- ἡμιούγκιον
- ἡμι-ούγκιον, τό,A half οὐγκία or ounce, Lat. semuncia, Epich.8:—written [suff] ἡμι-ούγγιον in Gal.13.558.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ημιούγκιον — ἡμιούγκιον και ἡμιούγγιον, το (Α) μισή ουγκιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + ουγκιον (< ουγκιά + κατάλ. ιον)] … Dictionary of Greek
ἡμιούγκιον — half neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἡμιούγκια — ἡμιούγκιον half neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… … Dictionary of Greek